μπάτσα

μπάτσα
η
μπάτσος, χαστούκι, σκαμπίλι: Με ειρωνεύτηκε και του έδωσα μια μπάτσα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μπάτσα — η 1. χτύπημα με ανοιχτή παλάμη στο μάγουλο, χαστούκι 2. μτφ. α) ηθική προσβολή («τα λόγια του ήταν για μένα μια γερή μπάτσα») β) ψυχικό πλήγμα, δυστύχημα, συμφορά. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού μπάτσος με αλλαγή γένους] …   Dictionary of Greek

  • μπάτσος — μπάτσος, ο και μπάτσο, το η μπάτσα, το χαστούκι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”